Τρίτη 14 Ιουλίου 2009



ΠΡΩΤΗ ΦΟΡΑ ΝΟΝΟΣ (2007)

Σκηνοθεσία: Όλγα Μαλέα

Ηθοποιοί: Ελένη Καστάνη, Αντώνης Καφετζόπουλος, Γιώργος Κιμούλης, Tex Pardue, Νίκος Ανδρεουλάκης, Άννα Λουιζίδη


Υπόθεση

Ο 11χρονος 'Αλεξ, γιος πολιτικού προέδρου και μεγαλωμένος στην Καλιφόρνια, αντικαθιστά τον πατέρα του ως νονός στη βάφτιση της κόρης ενός κομματάρχη στην Κρήτη του '60, στην οποία ποντάρει το κόμμα ώστε να κερδίσει ψήφους από την τοπική κοινότητα. Ο κομματάρχης αναλαμβάνει να μυήσει το παιδί στην ιδιοσυγκρασία των Κρητικών για να κερδίσει την εύνοιά τους. Οι κωµικοτραγικές δοκιµασίες που περνά, αλλά και µια καινούρια φιλία, θα του αποκαλύψουν τον δικό του δρόµο για τη ζωή.


Κριτικές

Μία κωμική ταινία με πολιτικό υπόβαθρο, αγώνες ενηλικίωσης και γενικώς αστείες καταστάσεις. Χιούμορ, ανθρωπιά και παιδική αθωότητα τα βασικά στοιχεία της. Ηθογραφικό έργο, ιδωμένο μέσα από τη σατιρική ματιά της ελληνικής κωμωδίας του ’60. Διασκεδάζει με το κρητικό γλωσσικό ιδίωμα και γενικά παίζει πολύ με το στερεότυπο του κρητικού. Γίνεται αρκετά προσεγμένη δουλειά από τη μεριά της Όλγας Μαλέα όσον αφορά την παρουσίαση των κρητικών εθίμων, συνηθειών κτλ. Υπάρχουν μικρές παράλληλες ιστορίες αλλά το βασικό θέμα είναι οι προσπάθειες του μικρού Άλεξ να ανταπεξέλθει στις τεράστιες για αυτόν απαιτήσεις. Το ρόλο του ως κρητικός ο Αντώνης Καφετζόπουλος στηρίζει ικανότατα, ενώ πληθωρική είναι και η παρουσία της Ελένης Καστάνη. Ο Γιώργος Κιμούλης αδυνατεί λίγο να πείσει για το πολιτικό ανάστημα του χαρακτήρα που υποδύεται. Ο μικρός πρωταγωνιστής είναι λίγο αμήχανος αλλά η ερμηνεία του είναι συμπαθητική και αρκετά φυσική όπως και των άλλων παιδιών. Όταν καμιά φορά διαταράσσεται η αφηγηματική ροή, οι ερμηνείες όλων σώζουν την κατάσταση. Όχι ανάμεσα στις εμπορικότερες ταινίες, αλλά δεν ξεφεύγει από τα ποιοτικά standards. Καλή η σκηνοθεσία σε γενικές γραμμές και προκαλεί εντύπωση η μίξη της παραδοσιακής κρητικής και σύγχρονης μουσικής. Αρκετά ρεαλιστικό έργο σε κάποια σημεία κυρίως όσον αφορά τη νοοτροπία της πολιτικής. Ευχάριστο, ρομαντικό, τρυφερό, αναβιώνει χαρακτήρες και αναζητά μυρωδιές της ελληνικής κοινωνίας της εποχής. Ωστόσο δεν μπορεί ολοκληρωμένα να καταπιαστεί με τη νεώτερη ελληνική ιστορία του τόπου και δεν έχει γενικά τα απαραίτητα σεναριακά γεμίσματα, αλλά αφήνει μια αρκετά καλή εντύπωση. Δ.Χ.

Ο νέος ελληνικός κινηματογράφος κάνει για άλλη μια φορά, αυτό που ξέρει να κάνει καλύτερα. Κωμωδία καταστάσεων. Και ευτυχώς, αυτή τη φορά, το πετυχαίνει. Η Όλγα Μαλέα έχει δώσει το στίγμα της αρκετές φορές, ίσως και με άνισο τρόπο. Στο “Για πρώτη φορά νονός” είναι πιο ώριμη από ποτέ, με ένα σενάριο (βασισμένο στο βιβλίο του Νίκου Παπανδρέου “Δέκα μύθοι και μια ιστορία”) στο οποίο μπορεί να βασιστεί, τόσο η ίδια, όσο και οι πολύ καλοί και έμπειροι, ως επί το πλείστον, ηθοποιοί της. Η ταινία είναι μια καθαρόαιμη ελληνική κωμωδία, που σκοπός της είναι να κάνει τους θεατές να περάσουν μιάμιση ώρα ευχάριστα, να ξεχάσουν τα προβλήματά τους και να γελάσουν με την ψυχή τους. Σε αυτό βοηθούν οι πολύ καλοί πρωταγωνιστές (ο Αντώνης Καφετζόπουλος απολαυστικός Κρητίκαρος και η Καστάνη κλασική ελληνίδα νοικοκυρά), οι νέοι, ταλαντούχοι ηθοποιοί (αποκάλυψη ο Μάνος Γαβράς), αλλά και ο μικρός Τεξ Παρντού, ο οποίος “κλέβει” άνετα την παράσταση. Παρεμπιπτόντως, ο υπεύθυνος κάστινγκ της ταινίας έκανε εξαιρετική δουλεία, ανακαλύπτοντας αυτή την εκπληκτική φάτσα του μικρού Τεξ, του οποίου οι γκριμάτσες και το χαμόγελο μας έφτιαξαν τη μέρα. Για όσους όλα τα παραπάνω ακούγονται λίγα, όσοι αναζητούν το περιβόητο “μήνυμα” ή τη δεύτερη ανάγνωση, καλά θα κάνουν να βάλουν λίγο νερό στο κρασί τους ή να πάνε για άλλες …πολιτείες. Διότι η ταινία της Μαλέα, είναι αυτό που φαίνεται και τίποτα περισσότερο ή λιγότερο. Μια απολαυστική, αγνή και αυθεντική κωμωδία (ναι, κι όμως γελάσαμε με την ψυχή μας), που μπορεί να μη γυρίστηκε με τα πιο υπερσύγχρονα μέσα ή να μην κάνει τον Σπίλμπεργκ να πρασινίζει από ζήλια, αλλά προσφέρει άφοβα αυτά που έχει ανάγκη ο έλληνας θεατής. Διασκέδαση, γέλιο και συγκίνηση με τον πιο αυθεντικό τρόπο. Μπορεί ν’ ακούγεται “λίγο”, αλλά είναι το πιο σημαντικό.

Εύα Σούλτη





Τρίτη 7 Ιουλίου 2009

Lock Stock and Two smoking barrels

Δύο καπνισμένες κάννες





Ηθοποιοί: Νικ Μόραν, Ντέξτερ Φλέξερ, Στινγκ, Τζέισον Φλέμινγκ
Σκηνοθέτης: Γκάι Ρίτσι
Χώρα: Μεγάλη Βρετανία
Διάρκεια Ταινίας: 102 min





Περίληψη



Ο Έντι (ΝΙΚ ΜΟΡΑΝ), ένας ταλαντούχος χαρτοπαίκτης, μπαίνει σε μια μεγάλη παρτίδα, παίζοντας όλα τα χρήματα που έχει μαζέψει μαζί με τους τρεις φίλους του, τον συγκάτοικό του, Μπέϊκον (ΤΖΕΪΣΟΝ ΣΤΕΪΘΑΜ), τον Τομ (ΤΖΕΪΣΟΝ ΦΛΕΜΙΝΓΚ) και τον Σόουπ (ΝΤΕΞΤΕΡ ΦΛΕΤΣΕΡ), το μοναδικό μέλος της παρέας που κερδίζει τίμια το ψωμί του ως σεφ. Το παιχνίδι όμως είναι στημένο, και έτσι φτάνει στο σημείο να χρωστάει μισό εκατομμύριο λίρες στον σκληρό Χάτσετ Χάρι (ΠΙ ΕΪΤΣ ΜΟΡΙΑΡΤΥ). Ο Έντι έχει τώρα μόνο μια εβδομάδα στη διάθεσή του προκειμένου να βρεί τα χρήματα, αλλιώς θα αρχίσει να χάνει ένα-ένα τα δάχτυλά του, για κάθε μέρα που το χρέος του παραμένει απλήρωτο !





Σχολιασμός



Η αγγλική ταινία που τάραξε τα νερά στη Βρετανία το 1998, φρέσκια, αστεία, απολαυστική, μοντέρνα, προκλητική. Ο μόλις τριαντάχρονος -τότε- σκηνοθέτης της, χωρίς ιδιαίτερες γνώσεις κινηματογράφου, φλερτάρει με όλα τα κινηματογραφικά κλασικά κολπάκια, slow motion, still image, υποκειμενικά "τρελά" πλάνα, τα χρησιμοποιεί όλα κατά κόρον, όπως κάθε πρωτάρης του είδους, και ευφραίνει τα μάτια και τα ώτα. Η χρήση της μουσικής, τόσο της πρωτότυπης όσο και γνωστών κομματιών της αγγλικής μουσικής σκηνής, είναι αδύνατον να μη δημιουργήσει μειδίαμα στους θεατές. Η υπόθεση είναι καταιγιστική και σεναριογράφος ο ίδιος ο Guy Ritchie, που αποκαλύπτει πτυχές από τη ζωή του λονδρέζικου υποκόσμου. Ήρωες είναι τέσσερις νεαροί φίλοι, μικροαπατεωνίσκοι, μιας εργατικής γειτονιάς του Λονδίνου, με έντονες προφορές, από Σκοτία, Ιρλανδία και λαϊκά προάστια. Ένας από αυτούς, ο Eddy, έχει ταλέντο στη χαρτοπαιξία και αποφασίζει να παίξει ένα πολύ χοντρό παιχνίδι. Οι τέσσερις φίλοι βάζουν όλοι μαζί λεφτά, για "να πιάσουν την καλή", αλλά ο Eddy χάνει. Έτσι, βρίσκονται χρεωμένοι 500.000 λίρες στο σκληρό Harry, ο οποίος τους απειλεί ότι αν δεν του επιστρέψουν το χρέος σε 11 ημέρες θα αρχίσει να τους κόβει τα δάκτυλα ένα, ένα. Στο γειτονικό σπίτι μένουν κάποιοι άλλοι μεγαλοκακοποιοί, οι οποίοι έχουν αποφασίσει να κλέψουν μεγάλες ποσότητες ναρκωτικών από κάποιους άλλους καλλιεργητές, που συνεργάζονται με έναν άλλο κακοποιό. Οι δικοί μας ήρωες αποφασίζουν να κλέψουν τους πρώτους και μπλέκουν σε μια απίστευτη περιπέτεια. Οι δεύτερες διηγήσεις μέσα στην ταινία είναι τόσο πολλές, που δεν περιγράφονται. Οι εξελίξεις είναι απολαυστικά ανατρεπτικές, πολυεπίπεδες και καθόλου αφελείς. Ισορροπεί ανάμεσα στη βία, που ποτέ δεν γίνεται ηδονοβλεπτική (όπως στον Τarantino για παράδειγμα, με τον οποίο τον συνέκριναν), και προτείνει την αγγλική, πάντα στο βάθος ειρωνική, αντιμετώπιση των πραγμάτων, χωρίς αμερικανικές ηθικολογίες, όπως στο Pulp Fiction, παραδείγματος χάριν, και διδακτικά φινάλε. Σίγουρα, μια ανάσα φρεσκάδας, όπως αρκετές άλλες ευρωπαϊκές ανεξάρτητες παραγωγές νέων σκηνοθετών που είδαμε τα τελευταία χρόνια. Φ.Σ

Τετάρτη 1 Ιουλίου 2009



Η ΔΟΛΟΦΟΝΙΑ ΤΟΥ ΤΖΕΣΕ ΤΖΕΪΜΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΔΕΙΛΟ ΡΟΜΠΕΡΤ ΦΟΡΝΤ
THE ASSASSINATION OF JESSE JAMES BY THE COWARD ROBERT FORD – 2007







Σκηνοθεσία: Andrew Dominik

Πρωταγωνιστούν: Brad Pitt, Casey Affleck, Sam Shepard, Robert Duvall, Barbara Kozicki
Υπόθεση



Το 1881 ο χαρισματικός και απρόβλεπτος Τζέσε Τζέιμς, ο διαβόητος ληστής της Δύσης, ετοιμάζει την επόμενη μεγάλη ληστεία του, έχοντας ταυτόχρονα να αντιμετωπίσει πολλούς "καλοθελητές" που, όπως είναι φυσικό, δελεάζονται από την υπέρογκη αμοιβή, αλλά και τη δόξα που θα φέρει η παράδοσή του στην αστυνομία. Όμως, εκείνο που δε γνωρίζει ο Τζέσε είναι ότι ο μεγαλύτερος εχθρός του βρίσκεται μέσα στην ίδια του τη συμμορία και δεν είναι άλλος από τον Ρόμπερτ Φορντ, ένα νεαρό, που ψάχνοντας να βρει νόημα στη ζωή του, έχει εισχωρήσει στην ομάδα του Τζέσε. Για πόσο καιρό όμως θα αντέξει να μείνει στην αφάνεια; Για πόσο καιρό θα μπορέσει να κρύβει τη ζήλια του για το "μέντορά" του; Δε θα αργήσει να πάρει την απόφαση να τον δολοφονήσει εν ψυχρώ, καταστρώνοντας μεθοδικά το σχέδιό του και παίρνοντας με το μέρος του και άλλα μέλη της συμμορίας. Όμως, θα ανακαλύψει ότι μετά τη δολοφονία του "αφεντικού" του, μία καινούρια κόλαση τον περιμένει...
Η ταινία βασίζεται στο αναγνωρισμένο μυθιστόρημα του Ρον Χάνσεν
Κριτική
Μεγάλο σε διάρκεια (θα μπορούσε να τελειώνει με τη δολοφονία), χωρίς ιδιαίτερη δράση και αργό σε εξέλιξη γουέστερν που διατηρεί μια παλιομοδίτικη γοητεία επηρεασμένο από το σινεμά του 70’. Ωστόσο ανατρεπτικό, μελαγχολικό, ψυχολογικό με εξαιρετικές ερμηνείες και επίκεντρο τη σχέση ανάμεσα στον περιβόητο ληστή Τζέσε Τζέιμς και το δολοφόνο του Ρόμπερτ Φορντ. Ο Dominik καταγράφει το ψυχολογικό πορτρέτο και των δύο πρωταγωνιστών, αναλύει τις προσωπικότητες τους και εκθέτει τις αδυναμίες τους. Πετυχαίνει να κάνει ένα εύστοχο σχόλιο πάνω στην ηρωοποίηση και την επιδίωξη δημοσιότητας. Αναδεικνύει αξίες, προκαλεί μεγάλη ένταση και προσθέτει έναν ιδιαίτερο ανησυχητικό και λυρικό τόνο. Το ερέθισμα που προσφέρει η ταινία είναι πολύπλευρο και ιδιόμορφο. Σκηνοθετικά είναι λιτή, ατμοσφαιρική, ρεαλιστική και ευρηματική όπου χρειάζεται. Εντυπωσιακή φωτογραφία, ποιητικά δοσμένα τοπία και πολύ καλή μουσική επένδυση. Οι ερμηνείες σε αυτό το φιλμ παίζουν τον σπουδαιότερο ρόλο καθώς ο Brad Pitt καταφέρνει να είναι επιβλητικός με τη μεστή ερμηνεία του και ο Casey Affleck ιδιαίτερα εφευρετικός και πολυδιάστατος. Οι υπόλοιποι β’ ρόλοι ανταποκρίνονται εξίσου καλά. Με πλάνα βουτηγμένα σε ένα μουντό φως, με τη μηχανή να παραμένει στα πρόσωπα, με λεπτομερή αποκαλυπτικό διάλογο και εξαίσιες ερμηνείες, ο Dominik έφτιαξε μία άξια ατμοσφαιρική, γοητευτική ταινία. Δ.Χ.

Κριτικές
Του Δημήτρη Μπούρα

Αυτό το φιλμ με τον τίτλο - σιδηρόδρομο αρχίζει με τη ληστεία ενός τρένου (που σήμανε και τη διάλυση της συμμορίας των αδελφών Τζέιμς) και συνεχίζεται σαν ένα ψυχολογικό δράμα χαρακτήρων. Είναι μια υποδειγματική δουλειά που πραγματεύεται το μύθο του διασημότερου
παράνομου της Άγριας Δύσης κι έχει ως άξονες το γουέστερν, τη βιβλική παραβολή και το τραγικό δράμα. Η «Δολοφονία του Τζέσε Τζέιμς από τον δειλό Ρόμπερτ Φορντ» μαζί με την «Κοιλάδα του Ιλά» είναι ό,τι καλύτερο είδαμε τους τελευταίους μήνες από το αμερικανικό σινεμά. Ο Μπραντ Πιτ στην καλύτερη ερμηνεία της καριέρας του φέρνει τον Τζέσε Τζέιμς στα μέτρα ενός κυνηγημένου αντιφατικού ήρωα (ανάμεσα στον άγιο και τον παράφρονα), που προδίδεται από τον έμπιστό του Ρόμπερτ Φορντ (εξαιρετικός και ο Κέισι Αφλεκ) όπως ο Χριστός από τον Ιούδα. Η φωτογραφία του Ρότζερ Ντίκινς εικονογραφεί με λυρισμό την Άγρια Δύση σαν την εικόνα ενός χαμένου παραδείσου που ανασυντίθεται μέσα από τη μνήμη. Η ατμόσφαιρα γίνεται ακόμη πιο ονειρική με την εξαιρετική μουσική των Νικ Κέιβ και Γουόρεν Ελις. Η σκηνοθεσία του Αντριου Ντόμινικ απογειώνει την ταινία· ο Νεοζηλανδός βαδίζει στην κόψη του ξυραφιού, ελέγχοντας πλήρως τους ρυθμούς μιας αργόσυρτης ελεγείας (διαρκεί 160΄) που φέρνει στο νου τις «Μέρες ευτυχίας» (Days of Heaven) του Τέρενς Μάλικ